ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΡΑΣΗΣ
ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ Ε.Ε. ΤΗΣ Π.Ο.Ε. – Ο.Τ.Α.
ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗ ΜΠΑΛΑΣΟΠΟΥΛΟΥ
ΣΤΟ 32ο ΤΑΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ
ΤΕΤΑΡΤΗ 14 ΜΑΪΟΥ 2003

 

Συνάδελφοι,

Το 32ο Τακτικό Συνέδριο της Π.Ο.Ε. – Ο.Τ.Α. πραγματοποιείται σε μια κρίσιμη χρονική περίοδο για το συνδικαλιστικό κίνημα αλλά και τους εργαζομένους όλης της Ευρώπης.
Λίγες ημέρες μετά την ολοκλήρωση της φασιστικής εισβολής των Η.Π.Α. και των συμμάχων τους στο ΙΡΑΚ με μοναδικό στόχο της νέας παντοκρατορίας τον κοινωνικό και οικονομικό έλεγχο όλου του κόσμου, με θύματα όμως τους χιλιάδες νεκρούς του Λαού του ΙΡΑΚ.
Ο πόλεμος στο ΙΡΑΚ σήμερα και έχοντας νωπό στη μνήμη μας τους πολέμους στη Γιουγκοσλαβία στο Αφγανιστάν πάντοτε για την εξυπηρέτηση των ιμπεριαλιστικών συμφερόντων μπορούμε όλοι ν’ αντιληφθούμε τι αύριο μας περιμένει.
Η Παντοκρατορία των Η.Π.Α., η νέα φιλοσοφία και πρακτική που την συνοδεύει στις παγκόσμιες σχέσεις, διατηρεί για τον κόσμο μας συνεχείς περιπέτειες.
Τα διάφορα κινήματα (ειρήνης, εργατικά) έχουν χρέος να αναπτύξουν αγώνες και πρωτοβουλίες για την αντιμετώπιση των ιμπεριαλιστικών σχεδίων, για σεβασμό των αρχών του Ο.Η.Ε., της ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣ αλλά και της ΚΥΡΙΑΡΧΙΑΣ του κάθε κράτους.
Το 32ο ΤΑΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ της Π.Ο.Ε. – Ο.Τ.Α. φιλοδοξούμε να αποτελέσει ορόσημο στην ανάπτυξη του σ.κ. των Ο.Τ.Α. αλλά και στη θέση του εργαζόμενου στην σύγχρονη κοινωνία
Επιδιώκουμε την πραγματοποίηση ενός συνεδρίου ανοικτού, πλούσιου σε προβληματισμό και διάλογο, ένα ΣΥΝΕΔΡΙΟ σταθμό και αφετηρία για να πορευτούμε στον 21ο ΑΙΩΝΑ.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση και μετά την πρόσφατη διεύρυνσή της ακολουθεί μία πορεία πολιτικής και οικονομικής σύγκλισης προσαρμοσμένη στα συμφέροντα των ισχυρών οικονομικών κύκλων, χωρίς την ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΟΥ ΛΑΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ.
Η ρύθμιση κοινωνικών και εργασιακών θεμάτων μέσα από οδηγίες και συστάσεις κατά κανόνα δεν είναι ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΕΞΑΝΤΛΗΤΙΚΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ.
Το πρόβλημα της ΑΝΕΡΓΙΑΣ είναι μεγάλο και συνεχώς αυξανόμενο.
Οι αυστηροί και σκληροί οικονομικοί δείκτες που επιβάλλονται στην προσπάθεια για οικονομική και νομισματική σύγκλιση δεν επιβάλλονται το ίδιο απαιτητικά για τα ΘΕΜΑΤΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ των ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ.
Μπροστά σ’ αυτές τις πραγματικότητες το συνδικαλιστικό κίνημα οφείλει να διαδραματίσει αποφασιστικό ρόλο, ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΗΣ ΕΙΡΗΝΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, τα οποία κινδυνεύουν από τον ΝΕΟΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΙΣΜΟ και την ανεξέλεγκτη ΕΠΕΛΑΣΗ των Οικονομικών μηχανισμών.
Γι’ αυτό το σ.κ. και οι δυνάμεις που επιδιώκουν μια άλλη κατεύθυνση για τους ΛΑΟΥΣ και τους ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ οφείλουν να παρέμβουν για να αποτελέσουν μαζικό και μαχητικό βραχίονα για μια ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ και ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ ΕΥΡΩΠΗ.
Η σημερινή κατάσταση στην χώρα μας καθορίζεται σε υψηλό βαθμό από την πορεία της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και την κυρίαρχη λογική της ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗΣ.
Το κεφάλαιο παραμένει δογματικά προσανατολισμένο στην αύξηση των κερδών του και τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων μέσα από την συγκράτηση των μισθών και την απορύθμιση των εργασιακών σχέσεων.
Η ΑΝΕΡΓΙΑ στη χώρα μας και την ΕΥΡΩΠΗ είναι το πρώτο πρόβλημα με οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις που απειλούν την συνοχή των Ευρωπαϊκών κοινωνιών.
Οι κυβερνητικές επιλογές χαρακτηρίζονται από συντηρητισμό και αντιλαϊκές επιλογές στα θέματα ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ και ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ.
Οι δημοσιονομικές πολιτικές, η εισοδηματική πολιτική, το ασφαλιστικό, ή ανατροπή των εργασιακών σχέσεων, η περιορισμένη χρηματοδότηση στους τομείς της ΥΓΕΙΑΣ, ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΠΡΟΝΟΙΑΣ αλλά και η λειτουργία του κράτους και των θεσμών, μειώνουν την αποτελεσματικότητα του Δημόσιου Τομέα συρρικνώνουν το ρόλο του στην αντιμετώπιση των κοινωνικών προβλημάτων όσο και την εμπιστοσύνη του πολίτη απέναντι στους θεσμούς.
Ειδικότερα η πολιτική των εκχωρήσεων σε ιδιώτες λειτουργιών της ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ και οι ιδιωτικοποιήσεις αποτελούν συνεχή φαινόμενα που διατηρούν ανοικτή και διαρκή την αναμέτρηση με την κρατική εξουσία.
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΠΟΡΕΙΑ της χώρας μας δεν μπορεί να είναι ΜΟΝΟΔΡΟΜΟΣ χωρίς προβληματισμό.
Η υπεράσπιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων και ο αγώνας, ΤΟ ΟΡΑΜΑ, ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ ΤΩΝ ΛΑΩΝ είναι κύριο καθήκον ΟΛΩΝ μας.
Θέματα που έχουν άμεση αντανάκλαση στο ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΓΙΓΝΕΣΘΑΙ διευθετούνται μακριά από τους ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ και το ΛΑΟ, και προκαλούν το ΛΑΪΚΟ ΑΙΣΘΗΜΑ.
Γι’ αυτό οφείλουμε να προσθέσουμε τη δική μας προσπάθεια, το δικό μας αγώνα, στον ΑΓΩΝΑ όλων των ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ της ΕΥΡΩΠΗΣ για μια άλλη ΕΥΡΩΠΗ που να υπηρετεί τον άνθρωπο και τις ανάγκες του, να βελτιώνει το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων και όχι τους αριθμούς και να προωθεί τη διαδικασία εναρμόνισης με ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ και όχι ΤΡΑΠΕΖΙΚΑ κριτήρια.
Η Π.Ο.Ε. – Ο.Τ.Α. για να υλοποιήσει τους κεντρικούς, στρατηγικούς της στόχους πρέπει μέσα από το σημερινό συνέδριο να διαμορφώσει και να επεξεργασθεί τις νέες μεθόδους και πιο αποτελεσματικές μορφές πάλης.

1. Η γενική πολιτική της Π.Ο.Ε. – Ο.Τ.Α. άλλά και της Α.Δ.Ε.Δ.Υ. πρέπει να έχει καθαρά μηνύματα για να εμπνέει τους εργαζόμενους.
2. Τον επιτελικό σχεδιασμό βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων στόχων στα θέματα διεκδίκησης.
3. Την ενίσχυση της συμμετοχής των εργαζομένων στη διαμόρφωση και υλοποίηση των στόχων.
4. Τη βελτίωση της ικανότητας συνεχούς επικοινωνίας με τους α’ βάθμιους συλλόγους και τους εργαζόμενους.
5. Την εξασφάλιση πολιτικής και κοινωνικής υποστήριξης στα αιτήματα και τις διεκδικήσεις.
6. Τη μελέτη νέων μορφών οργάνωσης, επιστημονικής υποστήριξης, επαφής, σύνδεσης και επικοινωνίας με τα μέλη.

Γιατί η Π.Ο.Ε. – Ο.Τ.Α. πρέπει να έχει θέση και να τοποθετείται πάνω σε κάθε κοινωνικό θέμα που ενδιαφέρει τον εργαζόμενο και τον απλό πολίτη και να συμβάλλει με όλες τις δυνάμεις της στους ευρύτερους στόχους για ΠΡΟΟΔΟ και ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ.
Η αποτελεσματικότητα στη δράση, είναι συνδυασμός πολλών παραγόντων που έχουν σχέση με την στρατηγική του συνδικαλιστικού κινήματος, την αξιοπιστία της συνδικαλιστικής ηγεσίας, τις πολιτικές και οργανωτικές κατευθύνσεις και αρχές που περιγράφηκαν προηγούμενα με τη δημιουργία μαζικών συνδικαλιστικών κυττάρων που θα αντιστοιχούνται ολοκληρωμένα στις υπάρχουσες παραγωγικές εργασιακές σχέσεις και κοινωνικές ανάγκες.


ΘΕΣΜΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ:

Η συζήτηση για το νέο θεσμικό πλαίσιο (με την επιχειρούμενη αλλαγή στο Δημοτικό και Κοινοτικό Κώδικα) της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στη χώρα μας και μετά τη διαδικασία της αναθεώρησης του συντάγματος, μιας διαδικασίας μέσα απ’ την οποία διαμορφώθηκε, σ’ εκείνο το επίπεδο, το πλαίσιο πάνω στο οποίο θα κινηθεί για πολλά χρόνια η δυναμική της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Η συνταγματική αυτή ρύθμιση πρέπει να κινηθεί στο πλαίσιο της κατοχύρωσης των κεκτημένων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, αλλά και στην προσαρμογή της στους νέους ορίζοντες που διαγράφονται για τη χώρα μας στο Ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο.
Για να ανταποκριθεί η Αυτοδιοίκηση στη νέα δυναμική της σημαντικό ρόλο έχει να παίξει όχι μόνο το πλήθος αλλά και η ποιότητα του ανθρώπινου δυναμικού, αιρετών και εργαζομένων. Έτσι το καθεστώς αλλά και γενικότερα οι πολιτικές προσωπικού, οι διαδικασίες πρόσληψης της μόρφωσης, κατάρτισης και εξελίξεις των υπαλλήλων πρέπει να προσαρμοστεί σ’ αυτές τις απαιτήσεις. Αυτό αποτελεί την προϋπόθεση για να αναζητηθεί στη πορεία όταν η αναβάθμιση του ανθρωπίνου δυναμικού θα έχει προχωρήσει η διάκριση των ρόλων στην τρέχουσα διοικητική λειτουργία των Δήμων.
Είναι αυτονόητο ότι η ανάδειξη της δυναμικής των Ο.Τ.Α. και η υλοποίηση των στόχων τους δε μπορεί να είναι αποκομμένη από τους εργαζόμενους και τα προβλήματα τους.
Για τούτο και εμείς ως εργαζόμενοι δε μπορούμε να βλέπουμε τη λειτουργία μας και τα προβλήματα μας ξεκομμένα από την όλη δύναμική και λειτουργία των Δήμων.
Η συνέχεια του έργου ενός Δήμου μετά και τη συνεχή μάλιστα διεύρυνση των αρμοδιοτήτων μπορεί να διασφαλιστεί μέσα από μια δομή που θα καλύπτει όλο το φάσμα αυτών των αρμοδιοτήτων, αλλά και που θα έχει προοπτική από μεσοπρόθεσμη μέχρι και μακροπρόθεσμη.


ΤΕΛΙΚΑ ΤΙ ΤΟΠΙΚΗ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ ΘΕΛΟΥΜΕ;

Ενιαίοι οργανισμοί που θα καλύπτουν όλο το φάσμα των αρμοδιοτήτων που δεν έχουν χαρακτήρα επιχειρηματικό, δηλαδή τουλάχιστον όλων εκείνων των αρμοδιοτήτων που είναι αυστηρά δημόσιου και κοινωνικού χαρακτήρα.
Αυτό απαιτεί μεταφορά των λειτουργιών που έχουν εκχωρηθεί σε Ν.Π.Δ.Δ. των Ο.Τ.Α. στους Οργανισμούς των Δήμων, έτσι ώστε να έχουμε και το ενιαίο της διοίκησης και την μείωση των λειτουργικών δαπανών αλλά και την απλούστευση των γραφειοκρατικών διαδικασιών.
Η ανάπτυξη Δημοτικών Επιχειρήσεων σε τομείς που από τη μορφή τους παρουσιάζουν επιχειρηματικό ενδιαφέρον και χαρακτήρα δεν μας βρίσκει αντίθετους, εφόσον διασφαλίζεται η διαφάνεια και δεν “χρησιμοποιούνται” ως μέσον για άλλους σκοπούς, θέμα για το οποίο υπάρχει βέβαια ειδική εισήγηση.
Οι Οργανισμοί Εσωτερικής Υπηρεσίας των Δήμων, δηλαδή η δομή και στελέχωση τους, πρέπει να είναι αντικείμενο διαπραγμάτευσης μεταξύ των Δημοτικών Αρχών και των αντίστοιχων συλλόγων, καθώς βέβαια και η σύνταξη κανονισμών λειτουργίας των επί μέρους σημαντικών υπηρεσιών των Δήμων. Κανονισμοί οι οποίοι μπορεί και πρέπει να δημιουργούνται για να εξειδικεύεται έτσι και το αντικείμενο, αλλά και τα καθήκοντα. Οι κανονισμοί αυτοί θα μπορεί να προβλέπουν και τρόπους συλλογικής λειτουργίας και αντιμετώπισης σημαντικών προβλημάτων διαδικασίας που θα παίξει ένα βοηθητικό ρόλο στην άσκηση των καθηκόντων των προϊσταμένων των οργανικών μονάδων. Να ξεφύγουμε δηλαδή από την μοναδικότητα του προϊσταμένου της μονάδας και να πάμε στη συλλογική δράση που εμπεριέχει και το στοιχείο της δημοκρατικής λειτουργίας.
Για τα επιδοτούμενα από την Ευρωπαϊκή Ένωση προγράμματα (βοήθεια στο σπίτι κ.λ.π.) υπήρξε και από την Κ.Ε.Δ.Κ.Ε. στο τελευταίο συνέδριο της προβληματισμός για το υποχρεωτικό της λειτουργίας αυτών των προγραμμάτων μέσα από Δημοτικές Επιχειρήσεις και βέβαια γνωστή είναι και η δική μας αντίθετη άποψη. Μεταβατικά όμως λύσεις που δεν θα αφορούν από την Τ.Α. αυτά τα οικονομικά ωφελήματα πρέπει να υπάρχουν, έως ότου αυτές οι λειτουργίες, ως κοινωνικού χαρακτήρα λειτουργίες ενταχθούν μέσα στους Οργανισμούς των Δήμων.
Η συγκεκριμένη δομή των Δήμων μας οδηγεί στην εφαρμογή και ανάλογων πολιτικών για το προσωπικό των Δήμων.


ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ:

Το προσωπικό των Ο.Τ.Α. διαχωρίζεται σε τακτικό και εποχιακό.
Τόσο το τακτικό όσο και το εποχιακό είναι προσδιορισμένο μέσα από τους Οργανισμούς Εσωτερικής Υπηρεσίας, αφού ήδη με τους Οργανισμούς θα προσδιορίζονται οι λειτουργίες πάγιες ή εποχιακές και το αναγκαίο για την αντιμετώπισή τους προσωπικό.
Το τακτικό προσωπικό είναι, με ενιαία σχέση εργασίας αυτή δηλαδή του δημοσίου δικαίου το δε εποχιακό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου και θα απολύεται αυτοδικαίως με τη λήξη της εποχιακής ανάγκης όπως χρονικά την έχει προσδιορίσει ο Ο.Ε.Υ.
Οι προσλήψεις του τακτικού και του εποχιακού προσωπικού να γίνεται με τη διαδικασία του Ν. 2190/94. Την αναγκαιότητα των προσλήψεων και στις δύο περιπτώσεις κρίνει το Δημοτικό Συμβούλιο, μέσα στα πλαίσια των κενών θέσεων που υπάρχουν στους Ο.Ε.Υ. και υπο την προϋπόθεση ότι στους προϋπολογισμούς των Ο.Τ.Α. έχει προβλεφθεί η σχετική δαπάνη.
Καμία έγκριση για την πρόσληψη προσωπικού δεν πρέπει να απαιτείται από τις επιβλέπουσες αρχές (Υπουργείο, Περιφέρεια) αφού αυτές ήδη έχουν εκφραστεί τόσο κατά τον έλεγχο και την έγκριση που Ο.Ε.Υ., όσο και του προϋπολογισμού του κάθε Ο.Τ.Α. χωριστά.
Για την αναγκαιότητα πρόσληψης προσωπικού να απαιτείται η απλή έκφραση γνώμης του σωματείου.
Έκτακτα γεγονότα (σεισμοί, πλημμύρες κ.λ.π.) να αντιμετωπίζονται όχι με πρόσληψη προσωπικού, αλλά με την ανάθεση του συγκεκριμένου έργου σε πρόσωπα ή φορείς, η ολοκλήρωση του οποίου έργου πρέπει να είναι αυστηρά προσδιορισμένη και να κινείται μέσα σε συγκεκριμένα πλαίσια δαπανών, για να διασφαλίζεται η μη καταστρατήγηση αυτής της δυνατότητας.
Η Αυτεπιστασία μπορεί να επανέλθει στις δυνατότητες της Αυτοδιοίκησης με προκαθορισμένα αυστηρά πλαίσια λειτουργίας της.
Οι πολιτικές προσωπικού δεν είναι ανεξάρτητες από ότι σχετίζεται με τα μισθολογικά των εργαζομένων στους Ο.Τ.Α.


ΜΙΣΘΟΛΟΓΙΟ – Σ.Σ.Ε.:

Υπάρχει σήμερα μια δεδομένη κατάσταση, δηλαδή για τους μόνιμους το Μισθολόγιο των Δημοσίων Υπαλλήλων, που ισχύει και για τους εργαζόμενους στους Ο.Τ.Α. διαφοροποιημένο βέβαια μέσα από τα γνωστά επιδόματα (ειδικό επίδομα απασχόλησης και έξοδα κίνησης) και για τους Αορίστου χρόνου η Σ.Σ.Ε. που υπογράφεται μεταξύ Π.Ο.Ε. – Ο.Τ.Α. και εκπροσώπων του Υπουργείου Εσωτερικών και Οικονομικών.
Είναι, γνωστό, έξω από τη διαδικασία αυτή ότι ο ουσιαστικός εργοδότης μας είναι η Κ.Ε.Δ.Κ.Ε.
Κατά καιρούς έχουν αναπτυχθεί γύρω από αυτό το θέμα διάφοροι προβληματισμοί όπως:
Συνεχίζουμε να είμαστε ενταγμένοι μέσα στο μισθολόγιο των Δημοσίων υπαλλήλων με τους οποίους ταυτιζόμαστε βαθμολογικά και συνταξιοδοτικά ή οδηγούμαστε σε ένα μισθολόγιο Ο.Τ.Α. που μπορεί να συνεχίσει προκαλώντας διαφοροποιήσεις και στα άλλα θέματα.
Συνεχίζουμε να διαπραγματευόμαστε μόνο με την Κυβέρνηση ή σ’ αυτή τη διαπραγμάτευση συμμετέχει ισότιμα και η Κ.Ε.Δ.Κ.Ε. ή πάμε σε μια εντελώς διαφορετική επιλογή, δηλαδή η όποια διαπραγμάτευση γίνεται μεταξύ ΠΟΕ – ΟΤΑ και Κ.Ε.Δ.Κ.Ε. και οι συμφωνίες, όπου απαιτούν νομοθετική ρύθμιση, υποχρεώνουν την Κυβέρνηση προς τούτο.
Η άποψή μας είναι εγγύτερα προς τη διαπραγμάτευση αποκλειστικά με την Κ.Ε.Δ.Κ.Ε., δηλαδή τον ουσιαστικό εργοδότη μας, χωρίς να παραβλέπουμε και τα προβλήματα που θα προκύψουν σ’ αυτή τη περίπτωση.
Στο θέμα του μισθολογίου θετικά βλέπουμε το ζήτημα στη κατεύθυνση μισθολογίου των Δημοσίων Υπαλλήλων. Άλλωστε αν κάποτε πάμε στην υλοποίηση του στόχου ενοποίησης της Γ.Σ.Ε.Ε. και της Α.Δ.Ε.Δ.Υ. θα πρέπει να πάμε και σε ένα ενιαίο μοντέλο διαμόρφωσης μισθολογίων των επι μέρους χώρων, κάτι αντίστοιχο αυτού της Γ.Σ.Ε.Ε.

Α. Συνοπτική εκτίμηση σημερινής μισθολογικής κατάστασης.

Ο Ν. 2470/97 με τις χαμηλές αποδοχές και ιδιαίτερα το χαμηλό βασικό μισθό, την τριχοτόμηση των βασικών αποδοχών, τη διατήρηση των πριμ εκτός μισθολογίου και την πλήρη αδυναμία λειτουργίας και προσαρμογής στο σύστημα συλλογικών διαπραγματεύσεων, τις αδικαιολόγητες μισθολογικές ανισότητες, το χαμηλό επίπεδο των κοινωνικών ή άλλων επιδομάτων που έχουν ως βάση αναφοράς το βασικό μισθό, την ανισομερή σχέση κατώτερων και ανώτερων αποδοχών, σε συνδυασμό με την απουσία κινήτρων για την κατάληψη θέσεων, συνθέτουν το πρόβλημα (δομικό, λειτουργικό, χρηματοδοτικό) της μισθολογικής πολιτικής.

Β. Η σημερινή οικονομική και μισθολογική κατάσταση των Δημοσίων Υπαλλήλων.

Η σημερινή οικονομική και μισθολογική κατάσταση των εργαζομένων στο δημόσιο είναι άμεσα συνδεδεμένη με τις συντηρητικές και αναχρονιστικές αντιλήψεις για τις αμοιβές στους Δημοσίους Υπαλλήλους και με την πολιτική λιτότητας που έχει ακολουθηθεί για τις δημόσιες υπηρεσίες και τους εργαζόμενους.
Κύρια χαρακτηριστικά της είναι:

1. Χαμηλές συνολικά αποδοχές για την πλειοψηφία των εργαζομένων στο δημόσιο. Οι αποδοχές για κάποιες κατηγορίες υπολείπονται του σημερινού κόστους ζωής, που εξασφαλίζει ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης.

2. Χαμηλές βασικές αποδοχές. Το ύψος των χαμηλών βασικών αποδοχών έχει ως αποτέλεσμα οι συντάξεις να βρίσκονται σε απελπιστικά χαμηλά επίπεδα και να κυμαίνονται από 64.000 έως 320.000 δρχ.

3. Χαμηλές αποδοχές για το σύνολο των εργαζομένων στο δημόσιο που υπολείπονται συγκριτικά με το μέσο όρο των αποδοχών των άλλων χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και βρίσκονται στην τελευταία θέση.

4. Αδικαιολόγητες διακρίσεις μεταξύ των υπαλλήλων διαφόρων υπηρεσιών. Έχουμε το φαινόμενο υπάλληλοι με τα ίδια τυπικά προσόντα και με τα ίδια εργασιακά καθήκοντα να έχουν διαφορές μεταξύ τους, οι οποίες φτάνουν τα 2/3 ή και παραπάνω των αποδοχών τους.

5. Διατήρηση σε χαμηλό επίπεδο των κοινωνικών ή και άλλων επιδομάτων που έχουν ως βάση αναφοράς τον βασικό μισθό.

6. Ισοπεδωτική σχέση κατώτερων και ανώτερων αποδοχών τόσο στο εσωτερικό (κατώτερες – ανώτερες του κλάδου 1:1,57 όσο και συνολικά στο μισθολόγιο (εισαγωγικές ΥΕ – καταληκτικές ΠΕ 1:2,26)

7. Απουσία κάθε πραγματικού κινήτρου για την κατάληψη θέσεων προϊσταμένων των οργανικών μονάδων.

8. Απουσία κάθε πρόβλεψης για την αντιμετώπιση των εργαζομένων σε Β.Α.Ε. στο δημόσιο.

Η παραπάνω εικόνα της οικονομικής και μισθολογικής κατάστασης των δημοσίων υπαλλήλων, μεταξύ των άλλων, οφείλεται στα περιορισμένα κονδύλια που διατέθηκαν για τα μισθολόγια και ειδικότερα για τον Ν. 2470/97.
Τα χαμηλά κονδύλια είχαν ως αποτέλεσμα χαμηλούς μισθούς, τριχοτόμηση του μισθολογίου, διατήρηση των πριμ εκτός μισθολογίου που αποτέλεσαν και δομικές αδυναμίες στο μισθολόγιο. Είναι φανερό ότι η παραπάνω κατάσταση έχει δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα στη στελέχωση και την αποτελεσματική λειτουργία των δημοσίων υπηρεσιών (π.χ. Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις), στην κινητικότητα του προσωπικού στο δημόσιο αλλά και στην υποβάθμιση συνολικά του ανθρώπινου δυναμικού με δυσμενείς επιπτώσεις στην αποτελεσματική λειτουργία των υπηρεσιών.
Το σημερινό μισθολογικό σύστημα επίσης, με βάση τα παραπάνω προβλήματα που παρουσιάζει, αδυνατεί να αποτελέσει αντικειμενική βάση για τις κλαδικές αλλά και τις Γενικές Συλλογικές Διαπραγματεύσεις.

Γ. Κεντρικός στόχος – αρχές, θέσεις κορμού για ένα Νέο Μισθολόγιο.

1. Κεντρικός στόχος: η σύγκλιση των μισθών με τους Ευρωπαϊκούς μισθούς και την πορεία εξέλιξης τους που πλην Ελλάδας, Πορτογαλίας, Ισπανίας το επίπεδο του μηνιαίου βασικού μισθού κυμαίνεται (για όλες τις χώρες της Ε.Ε.) από 900 έως 1100 € με ανώτερο καταληκτικό για την Π.Ε. τα 5200 €.
2. Αρχές και θέσει κορμού για το ΝΕΟ ΜΙΣΘΟΛΟΓΙΟ:
• ΥΨΗΛΟΣ ΒΑΣΙΚΟΣ ΜΙΣΘΟΣ και ενσωμάτωση: χρονοεπιδόματος, εξομάλυνσης, απόδοσης.
• ΑΚΩΛΥΤΗ ΜΙΣΘΟΛΟΓΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ μη σύνδεση βαθμού – μισθού με βάση το χρόνο υπηρεσίας.
• ΠΡΟΣΘΕΤΗ ΑΜΟΙΒΗ και ΚΙΝΗΤΡΑ για θέσεις ευθύνης.
• ΣΤΑΘΕΡΕΣ, ΒΕΛΤΙΩΜΕΝΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ: Στόχος εσωτερική 1 προς 2, εξωτερική 1 προς 3.
• ΠΡΟΣΜΕΤΡΗΣΗ χρόνων σπουδών και στρατού για την ένταξη στα μισθολογικά κλιμάκια.
• ΣΤΟΧΟΣ Ο ΔΙΠΛΑΣΙΑΣΜΟΣ του ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟΥ ΕΠΙΔΟΜΑΤΟΣ.


ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ – ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗ:

Η ολοκλήρωση του ΜΗΤΡΩΟΥ των ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ, που βρίσκεται στα χέρια σας, ανέδειξε το σοβαρό πρόβλημα της στελέχωσης αλλά και της συνεχούς επιμόρφωσης του προσωπικού της Τ.Α.
Οι σύγχρονες και αλματώδεις εξελίξεις απαιτούν την συνεχή εκπαίδευση και επιμόρφωση του προσωπικού των Ο.Τ.Α. έτσι ώστε οι εργαζόμενοι να είναι επίκαιροι και σε θέση να αντιμετωπίσουν την καθημερινή πραγματικότητα.
Υπήρξε στόχος της Ομοσπονδίας η δημιουργία ενός αντίστοιχου Κέντρου – Ινστιτούτου ή όπως ήθελε ονομαστεί που θα αντιμετώπιζε το πρόβλημα, αφού είναι διαπιστωμένο ότι η κεντρική παρέμβαση δεν είναι αποτελεσματική.
Η δέσμευση του Υπουργείου Εσωτερικών για την ίδρυση ΣΧΟΛΗΣ Τ.Α. με θεσμική εκπροσώπηση και της Π.Ο.Ε. – Ο.Τ.Α. που θα έχει αποκλειστική αρμοδιότητα την επιμόρφωση των αιρετών και εργαζομένων κινείται σε θετική κατεύθυνση.
Ενώ και η καθυστέρηση στην εφαρμογή του Διπλογραφικού συστήματος της οικονομικής διαχείρισης των Ο.Τ.Α. που αποτελεί στοιχειώδη εκσυγχρονισμό δεν εφαρμόζεται γιατί απαιτεί στελέχη με γνώσεις.
Μέρος της γενικότερης εκπαίδευσης είναι και τα ζητήματα της Υγιεινής και της Ασφάλειας των εργαζομένων.
Δυστυχώς παρά το ότι υπάρχει ένα πλήρες νομοθετικό πλαίσιο πάσχει στην υλοποίησή του.
Με αποτέλεσμα στο χώρο της Τ.Α. τα ζητήματα της υγιεινής και ασφάλειας να είναι και πολλά και σοβαρά.
Σε θετική κατεύθυνση για την ενεργοποίηση όλων μας στα ζητήματα αυτά είναι η υπογραφή Προγραμματικής Σύμβασης με το Υπουργείο Εσωτερικών, την Κ.Ε.Δ.Κ.Ε. και την Ε.Ε.Τ.Α.Α.


ΚΩΔΙΚΑΣ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ Ο.Τ.Α.:

Όλα τα παραπάνω απαιτούν ένα νέο Κώδικα εργαζομένων στους Ο.Τ.Α. που θα είναι αποτέλεσμα της τελικής επεξεργασίας του από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς.
Ένας κώδικας που θα είναι προσαρμοσμένος στα σημερινά δεδομένα και τις σημερινές ανάγκες και που παράλληλα θα διασφαλίζει τις εργασιακές σχέσεις και τα δικαιώματα των εργαζομένων, αλλά και που θα δημιουργεί προϋποθέσεις καλύτερης εξυπηρέτησης του πολίτη.
Έτσι διασφαλίζοντας από τη μια μεριά το ωράριο των εργαζομένων πρέπει να απαντάς από την άλλη στις ανάγκες του κοινωνικού συνόλου. Όταν π.χ. υπάρχουν εργαζόμενες μητέρες τις απογευματινές ώρες δε μπορεί να μην υπάρχει φροντίδα για τα παιδιά αυτών των εργαζομένων στα πλαίσια της άσκησης από τους Ο.Τ.Α. ενός κοινωνικού έργου.


ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ ΤΑΜΕΙΑ:

Διατήρηση της αυτόνομης λειτουργίας των ασφαλιστικών μας ταμείων (Τ.Α.Δ.Κ.Υ. – Τ.Υ.Δ.Κ.Υ.) με παράλληλη βελτίωση των παροχών τους.
Ασφάλιση στο Τ.Α.Δ.Κ.Υ. όλων των εργαζομένων στους Ο.Τ.Α. και τα Νομικά τους πρόσωπα ανεξάρτητα απ’ την σχέση εργασίας τους.
Άλλωστε η διαδοχική ασφάλιση διευκολύνει προς τούτο.
Ασφάλιση στο Τ.Υ.Δ.Κ.Υ. όλων των τακτικών υπαλλήλων (Μονίμων και Αορίστου Χρόνου).


ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΑ:

Υπάρχει ανάγκη ανάδειξης του οργανωτικού προβλήματος της Π.Ο.Ε. – Ο.Τ.Α.
Να επανέλθουμε στο θέμα της μαζικότητας και του ενιαίου των σωματείων στους Νομούς, αλλά και κατά Δήμο σε επίπεδο Αττικής και Θεσσαλονίκης.
Ο Καποδίστριας βοηθάει στην ενιαία κατά Νομό έκφραση.
Η ανάγκη αμφίδρομης πληροφόρησης απαιτεί τη δημιουργία δικτύου επικοινωνίας λαμβάνοντας υπόψη τη δομή της ίδιας της χώρας που μπορεί να μας οδηγήσει στον επαναπροσδιορισμό της άποψης μας για Περιφερειακά Συμβούλια που θα εκλέγονται από τα πρωτοβάθμια της περιφέρειας, τα οποία πρωτοβάθμια θα φροντίζουν για την ύπαρξη συνδέσμων κατά Δήμο, έτσι ώστε μια σωστά δομημένη λειτουργία μέσα από την ανάπτυξη ενός Μηχανογραφημένου συστήματος να δίνει τη δυνατότητα επικοινωνίας της κορυφής με τον κάθε εργαζόμενο (αποφάσεις οργάνων, εφημερίδα και λοιπό υλικό).
Η παρέμβαση στο οργανωτικό επίπεδο πρέπει να απαντήσει στην ανάγκη μιας και ενιαίας συνδικαλιστικής οργάνωσης των εργαζομένων στο χώρο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Δήμοι, Ν.Π.Δ.Δ. & Ν.Π.Ι.Δ.) που έχουν σχέση διάρκειας, με παράλληλη βέβαια διασφάλιση της εκπροσώπησης, χωρίς σκοπιμότητες και αλλοιώσεις, σε όλα τα επίπεδα (Σύλλογος – Ομοσπονδία – Α.Δ.Ε.Δ.Υ.).
Έχοντας υπόψη τα παραπάνω θα πρέπει να επιχειρήσουμε και τις οργανωτικές – λειτουργικές – καταστατικές αλλαγές στην Π.Ο.Ε. – Ο.Τ.Α. το επόμενο χρονικό διάστημα. Να προσπαθήσουμε για την οργανωτική αναδιάρθρωση του συνδικαλιστικού κινήματος των εργαζομένων στους Ο.Τ.Α., που θα αποτελέσει και την αφετηρία για μια ισχυρή και αποτελεσματική Π.Ο.Ε. – Ο.Τ.Α., ικανή να ανταποκριθεί στις ευθύνες και τις ανάγκες της σύγχρονης εποχής μας καθώς επίσης και να διαδραματίσει τους ρόλους που της αναλογούν βάσει των νέων δεδομένων.
Οδηγούμαστε στις οργανωτικές – λειτουργικές – καταστατικές αλλαγές για την αντιμετώπιση της πολυμορφίας και του κατακερματισμού του συνδικαλιστικού κινήματος στους Ο.Τ.Α., την ενίσχυση των Σωματείων τόσο σε επίπεδο Δήμων ή Νομού, της περιφερειακής δομής με περιφερειακά τμήματα, την οικονομική αυτοδυναμία με αύξηση των εισφορών και σύστημα αυτόματης είσπραξής τους, την επιστημονική και πολιτική τεκμηρίωση των θέσεων, την ευρύτερη ενεργός συμμετοχή των Σωματείων μελών στον καταρτισμό των θέσεων για τον προγραμματισμό της δράσης από το Γενικό Συμβούλιο και την Εκτελεστική Επιτροπή, τη διαμόρφωση μιας σύγχρονης επικοινωνιακής πολιτικής, την προώθηση της θέσης για ένα Σωματείο, μια Ομοσπονδία, μια Συνομοσπονδία και την προοπτική ενοποίησης και κοινής οργανωτικής παρέμβασης των εργαζομένων ιδιωτικού και δημόσιου τομέα της χώρας.

Συνάδελφοι,

Ο ρόλος του συνδικαλιστικού κινήματος στη σύγχρονη πραγματικότητα, τα προβλήματα και τις ανάγκες είναι ιδιαίτερα δύσκολος και κρίσιμος για την ανάπτυξη, τη διεύρυνση και τον συντονισμό των κοινωνικών μας αγώνων.