Άρθρο 300

(Άρθρο 300 του Ν. 1188/1981 - Άρθρο 28, παρ.1 του Ν. 1832/1981 - Άρθρο 8, παρ.47 του Ν. 2307/1995 - Άρθρο 6, παρ. 3 του Ν. 3146/2003 - Άρθρο 6 του Ν. 3320/2005)

Αποζημίωσις

1.  Επιφυλασσομένων των διατάξεων των παραγράφων 3 και 4 του παρόντος άρθρου η αποζημίωσις λόγω απολύσεως ή καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας υπό της υπηρεσίας καθορίζεται, ως ακολούθως:
α. Δια το προσωπικόν το οποίον έχει συνεχή υπηρεσίαν από ενός έτους μέχρι τριών ετών αι αποδοχαί ενός μηνός, άνω των τριών και μέχρι εξ ετών, αι αποδοχαί δύο μηνών, άνω των εξ και μέχρις οκτώ ετών, αι αποδοχαί τριών μηνών και άνω των οκτώ και μέχρι δέκα ετών αι αποδοχαί τεσσάρων μηνών,
β. Η αποζημίωσις της ανωτέρω περιπτώσεως προσαυξάνεται κατά το ποσόν των αποδοχών ενός μηνός δι΄ έκαστον συμπεπληρωμένον έτος υπηρεσίας πέραν των δέκα και μέχρις τριάκοντα ετών.
2.  Ο υπολογισμός της αποζημίωσεως γίνεται βάσει των τακτικών αποδοχών του τελευταίου μηνός υπό καθεστώς πλήρους απασχολήσεως. Κατά τον υπολογισμόν της αποζημιώσεως αι μηνιαίαι αποδοχαί δεν λαμβάνονται υπ΄ όψιν κατά το ποσόν το οποίον υπερβαίνουν το οκταπλάσιον του ημερομισθίου ανειδίκευτου εργάτου, πολλαπλασιαζόμενον επί τον αριθμόν τριάκοντα.
3.  Το προσωπικό των Ο.Τ.Α. το οποίο δεν υπάγεται για τη χορήγηση της σύνταξης στην ασφάλιση του Δημοσίου, εφόσον συμπληρώνει τις προϋποθέσεις για λήψη σύνταξης, δύναται να αποχωρεί από την υπηρεσία, λαμβάνοντας το μεν επικουρικά ασφαλισμένο 40%, το δε μη επικουρικά ασφαλισμένο το 50% της προβλεπόμενης από τις κείμενες διατάξεις αποζημιώσης.
Εις το προσωπικόν τούτο απολυόμενον κατά τας διατάξεις των άρθρων 293, 294, 295, 296 και 297 του παρόντος κώδικος, εφ΄ όσον κατά τον χρόνον της απολύσεως δικαιούται συντάξεως υπό Ο.Τ.Α. εξ΄ ιδίας υπηρεσίας, καταβάλλεται αποζημίωσις ίση προς το ήμισυ της υπό της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου οριζόμενης, εξαιρέσει των περιπτώσεων α,β και γ, της παραγράφου 1 του άρθρου 298 δι ας ουδεμία αποζημίωσις οφείλεται.
Της αυτής αποζημιώσεως και υπό τας αυτάς προϋποθέσεις δικαιούται και το κατά το άρθρον 235 απολυόμενο προσωπικόν.
4.  Εάν η αορίστου χρόνου σύμβασις εργασίας διήρκησεν υπερ το εν έτος και λυθή δια θανάτου του προσληφθέντος καταβάλλεται εις τους κατά τας διατάξεις του Αστικού Κώδικος αναγκαίους κληρονόμους τούτου, εξαιρέσει των ενηλίκων τέκνων, το ήμισυ της ως άνω οριζομένης αποζημιώσεως. Της αποζημιώσεως ταύτης δικαιούνται και τα ενήλικα τέκνα εφ΄ όσον φοιτούν εις δημοσίαν ή αναγνωρισμένης σχολήν ή ανώτατον εκπαιδευτικόν ίδρυμα και δεν έχουν υπερβή το 25 ον έτος της ηλικίας των. Τα θήλεα τέκνα δικαιούνται της κατά τα άνω αποζημιώσεως ανεξαρτήτως ηλικίας εφ΄ όσον είναι άγαμα και δεν εργάζονται.
5.  Αι παράγραφοι 1-4 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται αναλόγως και επί σχέσεως εργασίας.
6.  Αι διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων έχουν ανάλογον εφαρμογήν και επί των κατά την δημοσίευσιν του παρόντος υπηρετούντων μισθωτών επί σχέσει εργασίας αορίστου χρόνου, οι οποίοι δεν ανήκουν εις το ειδικόν επιστημονικόν, τεχνικόν ή βοηθητικόν προσωπικόν, περί του οποίου το άρθρον 258 του παρόντος.
7.  Η αληθινή έννοια του δεύτερου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου αυτού είναι ότι στο προσωπικό που απολύεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 293,294,295,296,297 και 298 καταβάλλεται αποζημίωση ίση με το μισό της αποζημίωσης που ορίζεται στην παράγραφο 1 του ίδιου άρθρου, εφ΄ όσον το προσωπικό αυτό κατά το χρόνο της απόλυσις του δικαιούται σύνταξη από δική του υπηρεσία από οποιονδήποτε οργανισμό κοινωνικής ασφάλισης.
8.  Στις περιπτώσεις α΄, β΄ και γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 298 δεν καταβάλλεται αποζημίωση.
9.  Οι διατάξεις των παραγράφων 1, 2, 3 και 4 του άρθρου αυτού εφαρμόζονται αναλόγως και σε όλο το μόνιμο και Ιδιωτικού Δικαίου Αορίστου Χρόνου προσωπικό των Ο.Τ.Α. που έχει ως κύριο ασφαλιστικό φορέα το Ι.Κ.Α.

 

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ 410/1988

Άρθρο 55

(Άρθρο 49 του Ν. 993/1979 - Άρθρο 300 του Ν.1188/1981 - Άρθρο 16 του Ν. 1539/1985 - Άρθρο 23, παρ. 30 του Ν. 1735/1987 - Άρθρο 6 του Ν. 3320/2005)

Αποζημίωση

1.  Με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου αυτού, η αποζημίωση λόγω απόλυσης ή καταγγελίας της σύμβασης εργασίας από την υπηρεσία καθορίζεται ως εξής:
α. Για το προσωπικό που έχει συνεχή υπηρεσία από ένα έτος μέχρι τρία έτη οι αποδοχές ενός μήνα, πάνω από τρία και μέχρι έξι έτη οι αποδοχές δύο μηνών, πάνω από έξι και μέχρι οκτώ έτη οι αποδοχές τριών μηνών και πάνω από οκτώ και μέχρι δέκα έτη οι αποδοχές τεσσάρων μηνών.
β. Για κάθε συμπληρωμένο έτος υπηρεσίας μετά τα δέκα και μέχρι τριάντα έτη, η πιο πάνω αποζημίωση προσαυξάνεται με το ποσό των αποδοχών ενός μήνα.
2.  Ο υπολογισμός της αποζημίωσης γίνεται με βάση τις τακτικές αποδοχές του τελευταίου μήνα με καθεστώς πλήρους απασχόλησης. Κατά τον υπολογισμό της αποζημίωσης, οι μηνιαίες αποδοχές δε λαμβάνονται υπόψη κατά το ποσό που υπερβαίνουν το οκταπλάσιο του ημερομισθίου ανειδίκευτου εργάτη, πολλαπλασιαζόμενο με τον αριθμό τριάντα (30).
3.  Στο προσωπικό του κεφαλαίου αυτού που υπάγεται για τη χορήγηση σύνταξης στην ασφάλιση του Δημοσίου και απολύεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 49,50 και 51, εφ΄ όσον κατά το χρόνο της απόλυσης δικαιούται σύνταξης από δική του υπηρεσία από το Δημόσιο, δεν καταβάλλεται η αποζημίωση που ορίζεται από την παράγραφο 1.
Στο προσωπικό αυτό που απολύεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 52 και 53, εφόσον κατά το χρόνο της απόλυσης ή καταγγελίας της σύμβασης δικαιούται σύνταξης από δική του υπηρεσία, καταβάλλεται αποζημίωση ίση με το μισό αυτής που ορίζεται από την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού, με εξαίρεση τις περιπτώσεις α,β και γ της παραγράφου 1 του άρθρου 53, για τις οποίες δεν οφείλεται καμιά αποζημίωση.
4.  Το προσωπικό με σύμβαση εργασίας Ιδιωτικού Δικαίου του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α., το οποίο δεν υπάγεται για τη χορήγηση της σύνταξης στην ασφάλιση του Δημοσίου, εφόσον συμπληρώνει τις προϋποθέσεις για λήψη σύνταξης, δύναται να αποχωρεί από την υπηρεσία, λαμβάνοντας το μεν επικουρικά ασφαλισμένο το 40%, το δε μη επικουρικά ασφαλισμένο το 50%, της προβλεπόμενης από τις κείμενες διατάξεις αποζημίωσης.
Στο προσωπικό αυτό που απολύεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 49, 50, 51, 52 και 53, εφόσον κατά το χρόνο της απόλυσης δικαιούται σύνταξη από δική του υπηρεσία, καταβάλλεται αποζημίωση ίση με το μισό από αυτήν που ορίζεται στην παράγραφο 1 του άρθρου αυτού με εξαίρεση τις περιπτώσεις α, β και γ της παραγράφου 1 του άρθρου 53, για τις οποίες δεν οφείλεται καμιά αποζημίωση. Της ίδιας αποζημίωσης και με τις ίδιες προϋποθέσεις δικαιούται και το προσωπικό που απολύεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 13.
5.  Το ποσοστό αποζημίωσης που προβλέπεται στις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου υπολογίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού και δεν μπορεί να υπερβαίνει το ανώτατο όριο αποζημίωσης του άρθρου 2 παρ.2 του Α.Ν.173/1967, όπως αυτό κάθε φορά αναπροσαρμόζεται. Η διάταξη αυτή έχει εφαρμογή από την ισχύ του Ν. 993/1979.
6.  Οι διατάξεις της παραγράφου 4 εφαρμόζονται και στο προσωπικό των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Ειδικότερα, το δεύτερο εδάφιο της παρ.4 εφαρμόζεται για το παραπάνω προσωπικό, εφόσον κατά το χρόνο της απόλυσης δικαιούται σύνταξης από Ο.Τ.Α. από δική του υπηρεσία.